- πλαστολόγος
- -ον, ΜΑ1. αυτός που μιλά σχετικά με ψεύτικα, ανύπαρκτα θέματα, που λέει ψέματα, ψευδολόγος2. το αρσ. ως ουσ. ὁ πλαστολόγοςαυτός που πλάθει με τη φαντασία του και διηγείται ψεύτικες ιστορίες, παραμυθάς, μυθολόγος.[ΕΤΥΜΟΛ. < πλαστός + -λόγος*].
Dictionary of Greek. 2013.